ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ - ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

2016-03-10 14:46

 

Ο Επίκουρος και η Φιλοσοφία

Η Φιλοσοφία, ο αναστοχασμός και η ευτυχία είναι αλληλένδετα, σύμφωνα με τον Επίκουρο. Η ανάγκη να φιλοσοφούμε είναι εξίσου μεγάλη όσο και η ανάγκη να ευτυχίσουμε και δεν είναι δυνατόν να ευτυχήσουμε αν δεν αναστοχαστούμε και δεν φιλοσοφήσουμε. Σε επιστολή του προς τον Μενοικέα (2013), ο Επίκουρος δηλώνει:

 «122: Ούτε όταν είναι κανείς νέος δεν πρέπει να αναβάλει να φιλοσοφεί ούτε όταν είναι γέρος δεν πρέπει να θεωρεί κοπιαστικό να φιλοσοφεί. Διότι ποτέ δεν είναι ούτε πολύ νωρίς ούτε πολύ αργά για να φροντίσει την υγεία της ψυχής του. Και αυτός που λέει ότι ο καιρός για να φιλοσοφήσει δεν έχει φτάσει ακόμη ή ότι έχει περάσει ήδη, μοιάζει με εκείνον που λέει είτε ότι δεν έχει έλθει ακόμα ο καιρός για την ευτυχία είτε ότι δεν υπάρχει πλέον καιρός γι’ αυτήν. Συνεπώς, πρέπει και ο νέος και ο γέρος να φιλοσοφούν, ο μεν ένας, καθώς γερνάει, να παραμένει νέος ανάμεσα στα αγαθά, χάρη στα ευχάριστα γεγονότα του παρελθόντος, ο δε άλλος, αν και νέος για να μη φοβάται, σαν γέρος το μέλλον. Πρέπει, επομένως, να στοχαζόμαστε τα πράγματα που φέρνουν την ευτυχία, επειδή όταν την κατέχουμε, έχουμε τα πάντα, ενώ όταν αυτή λείπει, κάνουμε τα πάντα για να την αποκτήσουμε..».

Τί είναι αυτό που διδάσκει ο Επίκουρος μέσα από αυτά του τα λόγια, και ποια από αυτά τα λόγια μπορεί κανείς να αμφισβητήσει;  Οι άνθρωποι καθημερινά εργάζονται, παλεύουν με τα προβλήματα που προκύπτουν – όποιες διαστάσεις και αν παίρνουν αυτά – και επιδιώκουν την ευτυχία. Στο όνομα της ευτυχίας, κάνουν όνειρα, κυνηγούν αυτό το ¨κάτι¨ που θα τους γεμίσει εσωτερικά, δημιουργούν ή εντάσσονται σε κοινωνικές ομάδες, αναζητούν τη φιλία και τον έρωτα. Μια λαϊκή ρήση, όμως, λέει πως «για να τα έχεις καλά με τους άλλους πρέπει να τα έχεις πρώτα καλά με τον εαυτό σου»… Όταν, λοιπόν, ο εαυτός σου εγκλωβίζεται στο ¨κατασκευασμένο τώρα¨ και φράζεις το μονοπάτι της ευτυχίας, σκοτώνεις τα όνειρά σου ή τα αντικαταστείς με προστάγματα της εποχής σου που δεν σε γεμίζουν,  και βρίσκεις τον εαυτό σου να παλεύει μόνο για να παλεύει και μόνο για να επιβιώνει δίχως σκοπό.. και όταν η ευτυχία δεν είναι παρά μόνο λίγες στιγμές που συνεχώς ελαττώνονται και συμβιβάζεσαι με την ιδέα ότι η ευτυχία είναι κάτι που περνά και χάνεται.. όταν κυριεύεις τη ζωή σου με φόβο και άγχος και όταν ξεχνάς τελικά ποιος είσαι και τι πραγματικά θες..τότε ποιο είναι το νόημα της ύπαρξής σου;

Εάν, λοιπόν, ο άνθρωπος δεν αναστοχαστεί, δεν διεισδύσει στον δικό του προσωπικό χώρο, δεν θρέψει τη ψυχή του με ό,τι όμορφο τον κάνει δυνατό, δεν θυμηθεί ποιος είναι και δεν φιλοσοφήσει, πως είναι δυνατόν να οδηγηθεί στην ευτυχία; Και αν δεν ευτυχήσουν οι άνθρωποι πώς είναι δυνατόν να ευτυχήσει μια κοινωνία;  Όταν λοιπόν αναστοχαστούμε, και επιτύχουμε ένα επίπεδο συνείδησης και αυτοσυνείδησης, ανακαλύπτουμε αυτά που πραγματικά μπορούν να μας κάνουν να ευτυχίσουμε, γιατί δίχως αυτά όλη η ζωή κυλά με μια μονότονη και επίπονη ροή.

Ο Επίκουρος μπορεί να αναφερόταν στην ευτυχία του ατόμου αλλά το κάθε άτομο είναι ένα κομμάτι  κοινωνίας, όπως και ο ίδιος ποτέ δεν απομονώθηκε από αυτήν. Αν οι πολλοί, μέσα στη δύνη της εποχής που διανύουν, θεωρούν πως ο αναστοχασμός και η φιλοσοφία είναι χάσιμο χρόνου, μη πρακτικές μέθοδοι αλλαγής, ή πως είναι πολύ νωρίς στην επιπόλαια κοινωνικά διαμορφωμένη ζωή τους να φιλοσοφήσουν ή πολύ αργά να απεγκλωβιστούν από τα στερεότυπα και καθιερωμένα, τότε μαζί με αυτούς θα δυστυχήσει και η κοινωνία στην οποία ανήκουν..

Αν όμως ο ένας κάπου κάποια στιγμή, όπως το συναντάμε και στην Ιστορία, θεωρήσει τα αντίθετα και αναζητήσει το πραγματικό μονοπάτι προς την ευτυχία..και μπορέσει να επηρεάσει με τη στάση του και άλλους ή αναζητήσει άλλους σαν αυτόν, τότε ο ένας θα γίνουν πολλοί και η κοινωνία θα έχει ξανά, μαζί με αυτούς, την δυνατότητα για ευημερία και ευδαιμονία. Όταν άλλωστε, ανά την Ιστορία, εντοπίζουμε φιλοσοφίες ζωής σαν αυτή της  υποτιθέμενης ανωτερότητας της Άριας φυλής να εφαρμόζονται σε κοινωνίες και να τις διαμορφώνουν (αρνητικά φυσικά), τότε γιατί μια φιλοσοφία ζωής που στοχεύει στην ευδαιμονία, και που αναμενόμενα θα οδηγήσει και προς την ευημερία -  ή όσα στοιχεία αυτής έστω μπορούν να ενσωματωθούν στο αιώνα μας και με τον τρόπο που μπορούν να ενσωματωθούν - δεν μπορεί να εφαρμοστεί και να διαμορφώσει μια κοινωνία;  

 

 

Η ΗΘΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ

 

2.1. Η Τετραφάρμακος

Η ηθική θεωρία της Επικούρειας φιλοσοφίας χωρίζεται σε δύο σκέλη, την Τετραφάρμακο και την Αρχή της Ηδονής. Το πρώτο σκέλος, η Τετραφάρμακος, αποτελεί ένα είδος προληπτικού φαρμάκου της ψυχής, σύμφωνα πάντα με τον Επίκουρο. Ένα προληπτικό φάρμακο εξάλειψης της δυστυχίας και του αδικαιολόγητου φόβου που καταδυναστεύει την ανθρώπινη ψυχή και την ταράσσει.. και όλα αυτά εξαιτίας της εσφαλμένης ερμηνείας των φαινομένων και την πλάνη στην οποία υποπίπτουν οι άνθρωποι (Αλεξανδρίδης, 2011) όταν, έχοντας την τάση να μην διαφέρουν και να υπακούν στα καθιερωμένα, αποδέχονται δόγματα και πεποιθήσεις δίχως να τα εξετάζουν ή να τα στοχάζονται.

Η Τετραφάρμακος αποτελείται από τα εξής σημεία: «Άφοβον ο Θεός – Ανύποπτον ο Θάνατος – Τ΄ αγαθόν μεν εύκτητον – Το δε δεινόν ευεκκαρτέρητον», δηλαδή «Ο Θεός δεν είναι επίφοβος – Ο Θάνατος δεν είναι αντιληπτός – Το μεν καλό εύκολα αποκτιέται – Το δε κακό εύκολα υπομένεται» (Αλεξανδρίδης, 2011).

 

2.1.1. Ο Θεός

«Άφοβον ο Θεός»..Οι άνθρωποι είχαν και έχουν την τάση, μη γνώστες πολλών πραγμάτων και φαινομένων, να αποδίδουν σε κάποιο Θεό τις καλοτυχίες και τις κακοτυχίες της ζωής τους. Έχουν την τάση – αν και οι αιτίες μπορεί να διαφέρουν – να αποποιούνται των ευθυνών τους και να αφήνουν τα νήματα της ζωής τους στα χέρια κάποιου που θεωρείται ανώτερος από τους ίδιους..και ποιος πιο ανώτερος από τους Θεούς / Θεό; Ή πάλι, έχουν την τάση να φοβούνται το άγνωστο, να το μυθοποιούν και να του προσάπτουν δικές τους, ανθρώπινες, ιδιότητες με αποτέλεσμα να φοβούνται να ζήσουν μια ζωή όπως οι ίδιοι επιθυμούν αλλά και να ¨υποχρεώνονται¨ να ζουν μια ζωή σύμφωνα με τα προστάγματα δογμάτων υπό ενός μονίμου φόβου τιμωρίας στην εδώ ή στη μετά θάνατο ζωή.

Ο επίκουρος, όμως, παρουσιάζει μια διαφορετική φιλοσοφία, όσο αφορά την ύπαρξη και τον ρόλο των Θεών / Θεού. Δηλώνει πως ο Θεός δεν είναι επίφοβος, δεν αποτελεί πηγή φόβου και δεν προκαλεί, ούτε επιδιώκει το φόβο και την τιμωρία μας. Συγκεκριμένα, και χρησιμοποιώντας τα λόγια του ίδιου του Επίκουρου, στην επιστολή του προς τον Μενοικέα (2013), δηλώνει:

«[123] Τα πράγματα, που συνεχώς σου συνιστούσα, να τα πράττεις και να τα στοχάζεσαι ξεχωρίζοντάς τα ως θεμελιώδεις αρχές της ευτυχισμένης ζωής. Πρώτα απ᾽ όλα, πιστεύοντας ότι ο θεός είναι ον ζωντανό, αθάνατο και ευτυχισμένο, σύμφωνα με την παράσταση του θεού που έχει αποτυπωθεί στον νου των ανθρώπων, να μην αποδίδεις σ᾽ αυτόν τίποτε ξένο προς την αφθαρσία του, τίποτε αταίριαστο στη μακαριότητά του· απεναντίας, να πιστεύεις γι᾽ αυτόν οτιδήποτε είναι ικανό να διαφυλάξει τη μακαριότητά του, τη διαπλεγμένη με αθανασία. Οι θεοί υπάρχουν· πρόδηλη είναι η γνώση γι᾽ αυτούς. Ωστόσο δεν είναι, οι θεοί, όπως τους πιστεύει ο πολύς κόσμος· γιατί δεν υπάρχει λογική συνοχή σε όσα πρεσβεύει ο πολύς κόσμος γι᾽ αυτούς. Και ασεβής δεν είναι όποιος αρνείται τους θεούς των πολλών ανθρώπων αλλά όποιος [124] αποδίδει στους θεούς όσα οι πολλοί πιστεύουν γι᾽ αυτούς. Γιατί δεν είναι στέρεες παραστάσεις όσα οι πολλοί λένε για τους θεούς αλλά εικασίες δίχως αλήθεια -ότι δηλαδή οι μεγαλύτερες συμφορές και τα μεγαλύτερα ωφελήματα προέρχονται από τους θεούς. Γιατί οι άνθρωποι, εξοικειωμένοι πέρα για πέρα με τις δικές τους αρετές, αποδέχονται μόνο τους όμοιούς τους, θεωρώντας ξένο ό,τι δεν είναι τέτοιας υφής….»

Τί έχουμε, λοιπόν, να κερδίσουμε υιοθετώντας μια τέτοια φιλοσοφία, σε όποιον αιώνα και υπό οποιεσδήποτε συνθήκες και αν ζούμε; Ακόμα και αυτοί οι άνθρωποι, που δεν τους είναι δυνατόν να διανοηθούν ένα κόσμο δίχως Θεό, ο Επίκουρος δεν έρχεται να τους αμφισβητήσει, λέγοντας πως οι Θεοί υπάρχουν, αλλά το πώς λειτουργούν είναι ένα άλλο θέμα. Ποιος επιθυμεί να πιστεύει ένα Θεό που τιμωρεί, που σπέρνει τον φόβο και προσφέρει δεινά σε όσους παρακούσουν τους νόμους του; Και ποιος επιθυμεί να πιστεύει σε ένα Θεό που οι ίδιοι οι νόμοι του είναι άδικοι; Αν ο Θεός παρέμβαινε στα δρώμενα, τότε γιατί να υπάρχει τόση δυστυχία στον πλανήτη; Μήπως παρά είναι εγωιστικό να πιστεύει κανείς πως ο οποιοσδήποτε Θεός παρεμβαίνει στη ζωή του, είτε προσφέροντας αγαθά, είτε προσφέροντας δεινά, ενώ δεν επεμβαίνει όταν χιλιάδες παιδιά πεθαίνουν από την πείνα; Και πόσοι πραγματικά θα πουν πως πιστεύουν σε έναν τέτοιο Θεό αν ερωτηθούν και μπουν στην διαδικασία να αναστοχαστούν;

Ο Επίκουρος, λοιπόν, δηλώνει πως οι Θεοί / Θεός, κατοικούν σε μια άλλη διάσταση, αν θα μπορούσαμε να το πούμε έτσι, και δεν ασχολούνται μαζί μας. Δεν μας επιβραβεύουν, ούτε μας τιμωρούν, ούτε περιμένουν πότε θα πεθάνουμε για να μας κρίνουν. Ούτε είναι άνθρωπος ο Θεός για να σκέφτεται και να δρα όπως εμείς..Λογικό, θα έλεγε κανείς..

Θεωρώ, λοιπόν, πως αν κάποιος έχει ανάγκη να πιστεύει πως προσευχόμενος σε έναν Θεό, θα αντλήσει δύναμη για να υπερβεί ό,τι εμπόδιο προκύπτει στη ζωή του, καλώς.. αλλά είναι άλλο αυτό και άλλο να φοβάται να ζήσει τη ζωή του εξαιτίας ενός εκδικητικού θεού ή να ρυθμίζει τη ζωή του με το πώς του επιβάλλουν πως πρέπει να ζει για να έχει την εύνοια των Θεών.. Και πόσο, εν τέλει, μπορεί να βελτιωθεί η ζωή ενός ανθρώπου αν νιώσει και πιστέψει πως ό,τι καλό του συμβαίνει είναι στο δικό του χέρι να το διατηρεί – πόσο θάρρος και δύναμη μπορεί να αντλήσει – και πως ό,τι κακό του συμβαίνει είναι και πάλι στο χέρι του να το ελέγξει, να το αποφύγει, να το διορθώσει ή έστω να προσπαθήσει, μη αφήνοντας, σαν έρμαιο, την ¨τύχη¨ του στις δυνάμεις μιας αόρατης υπερφυσικής οντότητας.

 Εάν οι άνθρωποι πίστευαν πως ελέγχουν την ¨μοίρα¨ τους στο ¨εδώ και τώρα¨, πώς η ζωή βρίσκεται στο ¨εδώ και τώρα¨, όπως και η ευτυχία, και δεν παραμονεύει σε έναν μαγικό παράδεισο ή δεν καταδυναστεύεται από μία φοβική κόλαση.. εάν πίστευαν πως είναι υπεύθυνοι των επιλογών τους και των συνεπειών των επιλογών τους αυτών, πως η ευτυχία είναι κάτι που μπορούν να κατακτήσουν από μόνοι τους και η δυστυχία κάτι που μπορούν να αποφύγουν ή να διορθώσουν μόνοι τους..τότε ίσως πολλές καταστάσεις και πολλά ομαδικά φαινόμενα να είχαν αποφευχθεί και ίσως ο γήινος πληθυσμός να είχε ακολουθήσει ένα καλύτερο μονοπάτι.

 

2.1.2. Ο Θάνατος

«Ανύποπτον ο Θάνατος».. Ο φόβος του θανάτου είναι ένας μόνιμος φόβος, που δρα συνειδητά, ίσως και ασυνείδητα κάποιες φορές, έντονα μερικές φορές ή ήπια άλλες και που επιδρά άμεσα ή έμμεσα καταλυτικά στη ζωή μας, στο τρόπο που διαμορφώνουμε την καθημερινότητά μας, στις πράξεις μας, στη συμπεριφορά μας.. Πολλές φορές επιδρά κατά τέτοιο τρόπο που ακρωτηριάζει το ¨είναι¨ μας και μας εμποδίζει από το ζούμε όπως επιθυμούμε, γιατί ο Θάνατος φαντάζει μπαμπούλας που θα κατασπαράξει τη ψυχή μας. Άλλες φορές πάλι, είναι τόσα τα δεινά που μαστίζουν τη καθημερινότητά μας που ο Θάνατος φαντάζει ελπίδα για έναν, άγνωστο ναι μεν, αλλά καλύτερο κόσμο πέρα του επίγειου.

Μα ο Επίκουρος λέει πως ο Θάνατος δεν είναι αντιληπτός και στην επιστολή του προς τον Μενοικέα (2013), αναφέρει:

«[124]… Να συνηθίζεις στην ιδέα ότι ο θάνατος είναι για μας ένα τίποτα· γιατί κάθε καλό και κάθε κακό έγκειται στον τρόπο με τον οποίο γίνεται αισθητό -και ο θάνατος είναι στέρηση της αίσθησης. Η επίγνωση, έτσι, ότι ο θάνατος είναι για μας ένα τίποτα μας κάνει ευχάριστη τη θνητή ζωή μας, όχι γιατί προσθέτει άπειρο χρόνο σ᾽ αυτήν αλλά [125] γιατί αφαιρεί τον πόθο της αθανασίας. Γιατί τίποτε μέσα στη ζωή δεν είναι φοβερό για όποιον έχει στ᾽ αλήθεια κατανοήσει ότι τίποτε φοβερό δεν υπάρχει στο να μη ζει κανείς…………….

Το πιο φρικτό λοιπόν απ᾽ όλα τα άσχημα πράγματα, ο θάνατος, είναι για μας ένα τίποτε, ακριβώς γιατί όταν εμείς υπάρχουμε ο θάνατος δεν είναι κοντά μας, κι όταν πάλι έρθει ο θάνατος δίπλα μας, τότε πια δεν υπάρχουμε εμείς. Ούτε τους ζωντανούς λοιπόν αφορά ο θάνατος ούτε τους πεθαμένους, αφού για εκείνους δεν υπάρχει, ενώ αυτοί οι τελευταίοι δεν έχουν πια υπόσταση. Βέβαια, οι πολλοί από τη μια πασχίζουν να αποφύγουν τον θάνατο ως την πιο μεγάλη, κατ᾽ αυτούς, συμφορά, κι από την άλλη τον αναζητούν ως ανάπαυση από τα δεινοπαθήματα [126] της ζωής. Ωστόσο ο σοφός ούτε τη ζωή απαρνιέται ούτε την ανυπαρξία φοβάται. Γιατί ούτε αποτελεί γι᾽ αυτόν ενόχληση το ότι ζει ούτε πάλι νομίζει ότι είναι κακό να μη ζει κανείς. Κι όπως στο φαγητό δεν προτιμά με κανέναν τρόπο τη μεγαλύτερη ποσότητα αλλά το πιο εύγευστο, όμοια κι εδώ δεν απολαμβάνει τον διαρκέστερο χρόνο αλλά τον όσο το δυνατόν πιο ευχάριστο».

Τί  θα συνέβαινε άραγε αν συνειδητοποιούσαμε πως από τη στιγμή που θα πεθαίναμε και το σώμα μας θα έπαυε να λειτουργεί με τον τρόπο που λειτουργεί στα ζωντανά όντα, τότε  θα έπαυαν να λειτουργούν και οι αισθήσεις μας ώστε να μπορέσουμε να αντιληφθούμε τον Θάνατο.. Τί θα συνέβαινε, λοιπόν, αν αντιλαμβανόμασταν την θνησιμότητά μας; Τότε, όντως ο άνθρωπος, όπως και ο Επίκουρος λέει, δεν θα προσπαθούσε να εκμεταλλευτεί όσο το δυνατόν περισσότερο τον εν ζωή χρόνο του; Δεν θα εκτιμούσε το κάθε του λεπτό; Δεν θα επιδίωκε την ομορφιά στη ζωή του και την ευχαρίστηση; Ίσως και να μην έβαζε τέρμα στη ζωή του, καθώς θα πίστευε πως τίποτα καλύτερο δεν τον περιμένει, αλλά ίσως και αντί αυτού να αντλούσε από την ίδια του την ύπαρξη δύναμη για να αντιμετωπίσει ο,τιδήποτε ήταν αυτό που τον έκανε να θέλει να απαρνηθεί τη ζωή του. Ίσως να μην αναλώνονταν σε δίχως ουσία και νόημα πράγματα και καταστάσεις..

Ένας σοφός άνθρωπος, σύμφωνα με τον Επίκουρο, δεν απαρνιέται ούτε τη ζωή, ούτε φοβάται την ανυπαρξία. Γι΄ αυτό το λόγο, γνωρίζοντας την θνησιμότητά του, επιδιώκει να χαρίζει το χρόνο του σε όσο το δυνατόν περισσότερα πράγματα, καταστάσεις, ανθρώπους σκέψεις και συναισθήματα που τον ευχαριστούν..Ο Θάνατος δεν τον φοβίζει, γιατί δεν θα τον αντιληφθεί και ούτε και τον αναζητά γιατί δεν έχει κάτι να του προσφέρει - έχει ένα επίγειο ταξίδι να ζήσει...

Η αντίληψη της θνησιμότητάς μας θεωρώ πως είναι καθοριστική στη διαμόρφωση της ζωής μας, καθώς παράλληλα γίνεται αντιληπτό το τί πραγματικά αξίζει το χρόνο μας και τί όχι. Όταν προσωπικά αντιλήφθηκα την θνησιμότητά μου, άλλαξε και η αντίληψή μου για πολλές καταστάσεις και πολλά ¨δεδομένα της ζωής¨ και ¨φυσιολογικές πραγματικότητες¨. Είναι απίστευτη η αφυπνιστική αίσθηση ότι τίποτα δεν υπάρχει πιο ζωντανό και πιο αληθινό από το παρόν.. «Γεννιόμαστε μια φορά, δεύτερη δεν είναι δυνατόν να γεννηθούμε και ούτε πρόκειται αυτό να συμβεί στον αιώνα των αιώνων. Εσύ δε δίχως να είσαι κύριος της αυριανής ημέρας, αναβάλεις το να χαίρεσαι. Ο δε βίος περνάει και ο θάνατος βρίσκει τον καθένα μας απασχολημένο» (Επίκουρου Προσφώνησις, 2014)… συνήθως απασχολημένο δυστυχώς με ανούσια, μικρά πράγματα στα πλαίσια κάποιας πλάνης…

 

2.1.3. Το Καλό και το Κακό

«Τ΄ αγαθόν μεν εύκτητον – Το δε δεινόν ευεκκαρτέρητον».. Σύμφωνα με τον Επίκουρο, το καλό, που ο ίδιος ονομάζει ¨αγαθόν¨, αποκτιέται εύκολα και είναι αυτό που οδηγεί στην Ηδονή. Είναι εύκολο να αποκτηθεί, όπως και όλα τα ουσιώδης και πραγματικά σημαντικά στη ζωή μας, διότι το καλό σχετίζεται με την ανάπτυξη της φυσικής διαδικασίας της ζωής, ενισχύοντάς την (Αλεξανδρίδης, 2011).

Από την άλλη πλευρά, το κακό, αυτό που ο Επίκουρος ονομάζει ¨δεινόν¨, είναι αυτό που οδηγεί στον πόνο και θεωρεί πως είναι εύκολο να το υπομείνουμε, καθώς θα πρέπει να τον χρησιμοποιούμε ως οδηγό για το τί να αποφεύγουμε προκειμένου να οδηγηθούμε στην ευδαιμονία (Αλεξανδρίδης, 2011). Δεν απορρίπτει τη σημαντικότητα του πόνου, αλλά προτείνει να τον χρησιμοποιήσουμε ως οδηγό..και αυτό θεωρώ πως είναι υψίστης σημασίας.

Πόσοι άνθρωποι εγκλωβίζονται σε δυστυχείς καταστάσεις, καταστάσεις που τους προκαλούν πόνο – οποιασδήποτε μορφής – και μαθαίνουν μηχανικά να διαχειρίζονται και να συμβιώνουν με αυτόν τον πόνο, δίχως να μπαίνουν στην διαδικασία να συλλογιστούν την αξία αυτών που τους προκαλεί τον πόνο;..δίχως να συλλογιστούν τί θα άλλαζαν για να οδηγηθούν προς την ευτυχία; Ο πόνος μας θυμίζει πως υπάρχουμε και πως δεν θα υπάρχουμε για πάντα.. Μήπως τελικά οφείλουμε, στους ίδιους μας τους εαυτούς, να αποφεύγουμε το κακό που προκαλεί πόνο είτε σε μας είτε στους συνανθρώπους μας και να αντλούμε δύναμη από αυτόν προκειμένου να αντιληφθούμε το καλό, το ¨αγαθόν¨ και να πορευτούμε προς την ευδαιμονία;

Σκεπτόμενη και από μια άλλη οπτική γωνία, μήπως έχουμε καταπιαστεί με πράγματα, ζητήματα, θεωρίες, πράξεις, καταστάσεις, ¨πιστεύω¨, φοβίες  που μόνο πόνο προκαλούν, σε εμάς, στους γύρω μας, στο κόσμο όπου κατοικούμε, διαιωνίζοντας συνεχώς μια αρνητική ενέργεια, ένα κακό, το ¨δεινόν¨;

«Ο πλούτος της φύσης και ορίζεται και ευκολοαπόκτητος είναι, ενώ αυτός της κενοδοξίας εκτείνεται στο άπειρο», μας θυμίζει ο Επίκουρος και «Τίποτε δεν είναι αρκετό για εκείνον που θεωρεί λίγο το αρκετό» (Επίκουρου Προσφώνησις, 2014). Ίσως είναι καιρός να αρχίσουμε να εκτιμάμε αυτά που οφείλουμε να εκτιμάμε, αυτά που μας οδηγούν στο ¨αγαθόν¨ και στην ευδαιμονία και να συνειδητοποιήσουμε επιτέλους, βγάζοντας τον εαυτό μας από το καβούκι μας, ποιες είναι οι αληθινές αξίες, εκείνες που λούζονται από φως και όχι σκοταδισμό με προσωπεία εξουσίας και φιλοχρηματισμού. Αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να συμβιβαζόμαστε με τα λίγα και τα απλά, απλά να τα εκτιμάμε, όπως και να εκτιμάμε τα όμορφα και τα δίκαια και να επιδιώκουμε αυτά που θα γεμίζουν την ψυχή μας και όχι αυτά που θα την διαφθείρουν.

Το πώς θα ξεχωρίζουμε το καλό από το κακό, το ¨αγαθόν¨ από το ¨δεινόν¨; Ο Επίκουρος δίνει και σε αυτό το ερώτημα τη δική του απάντηση, σε επιστολή του προς τον Μενοικέα (2013):

[132] «Γιατί την ευχάριστη ζωή, δεν την γεννούν τα ποτά και οι συνεχείς διασκεδάσεις, ούτε οι απολαύσεις αγοριών και γυναικών, ούτε ψαριών και των άλλων εδεσμάτων που προσφέρουν τα πολυτελή τραπέζια, αλλά ο νηφάλιος λογισμός, που ερευνά τις αιτίες για κάθε προτίμηση ή αποφυγή και διώχνει τις δοξασίες από τις οποίες προέρχεται η μεγαλύτερη ταραχή που καταλαμβάνει τις ψυχές μας. Αρχή λοιπόν για όλα αυτά και το μέγιστο αγαθό είναι η φρόνηση. Γι αυτό είναι πολυτιμότερη από την φιλοσοφία η φρόνηση, από την οποία απορρέουν όλες οι άλλες αρετές, και είναι αυτή που διδάσκει ότι δεν είναι δυνατόν να ζει κανείς ευχάριστα αν η ζωή του δεν έχει φρόνηση ομορφιά και δικαιοσύνη, και ούτε πάλι μπορεί να έχει η ζωή του φρόνηση ομορφιά και δικαιοσύνη αν δεν έχει ευχαρίστηση. Γιατί οι αρετές έχουν την ίδια φύση με την ευχάριστη ζωή, και η ευχάριστη ζωή δεν ξεχωρίζει από αυτές. »

Νηφάλιος λογισμός, λοιπόν και φρόνηση.. χαρισματικές ιδιότητες ενσωματωμένες στην ανθρώπινη ύπαρξη, που περιμένουν να χρησιμοποιηθούν. Ας χρησιμοποιηθούν λοιπόν..γιατί ο νηφάλιος λογισμός, όπως αναφέρει ο Επίκουρος, μας φανερώνει τί οφείλουμε να αποφεύγουμε προκειμένου να μην ταραχθεί η ψυχή μας και η φρόνηση μας επισημαίνει την ανάγκη της ψυχής για ομορφιά, δικαιοσύνη και ευχαρίστηση δείχνοντάς μας την αναπόσπαστη σύνδεση όλων. Πόσα δεινά θα είχε αποφύγει ο άνθρωπος χρησιμοποιώντας αυτές τις ιδιότητές του; Υπάρχει κάποιος άραγε που αμφιβάλλει για την ευημερία ενός τόπου όπου οι πολιτικοί αντιπρόσωποι του λαού θα δρούσαν με νηφάλιο λογισμό και φρόνηση;

 

2.2. Η αρχή της Ηδονής

Το δεύτερο σκέλος της ηθικής θεωρίας της Επικούρειας φιλοσοφίας αποτελείται από την Αρχή της Ηδονής, η οποία αποσκοπεί στην επίτευξη της ευδαιμονίας και όπου, σύμφωνα με τον Επίκουρο, αποτελεί τον τελικό σκοπό του ανθρώπου (Αλεξανδρίδης, 2011).

Τι εννοούσε όμως ο Επίκουρος με την λέξη ¨Ηδονή¨; Πώς ηχεί η λέξη αυτή στη γενιά των νέο Ελλήνων; Σίγουρα όχι όπως την εννοούσε ο Επίκουρος. Και η λέξη ¨Ηδονή¨ δεν είναι η μόνη λέξη που απόκτησε διαφορετική χροιά, έννοια και ερμηνεία κατά το πέρασμα των αιώνων. Άλλες λέξεις και έννοιες έχουν τροποποιηθεί ανά καιρούς και άλλες έχουν εξαλειφτεί ή ξεχαστεί. Τί έρχεται στο μυαλό όλων μας όταν θα ακούσουμε τη λέξη ¨Ευφορία¨; ¨Ομόνοια¨; Στη πρώτη περίπτωση – έστω και αν γράφεται διαφορετικά -  το πιο πιθανό είναι να μας έρθουν στο μυαλό τα χρήματα που χρωστάμε στο κράτος, ή τα χρήματα που οφείλουμε να πληρώσουμε..οι φόροι που έχουν καταλήξει να παίρνουν τη μορφή θηλιάς γύρω από το λαιμό μας.. Πώς είναι δυνατόν μετά ο άνθρωπος να θυμηθεί και να νιώσει την έννοια της Ευφορίας; Στη δεύτερη περίπτωση, η πλατεία στην Αθήνα είναι το πρώτο που μας έρχεται στο νου. Ένα μέρος που μόνο Ομόνοια δεν προσφέρει αλλά αντιθέτως θυμίζει χάος και χαρίζει απλόχερα ταραχή. Και αυτή είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου.

Το ίδιο, λοιπόν, ισχύει και την έννοια της ¨Ηδονής¨. Ο Επίκουρος, μας επισημαίνει έντονα πως όταν μιλάει για ¨Ηδονή¨ δεν αναφέρεται στις άσωτες απολαύσεις αλλά σε αυτό το υπέρτατο αγαθό που το κατακτά κανείς όταν δεν υποφέρει σωματικούς πόνους και δεν είναι η ψυχή του ταραγμένη. Για να κατακτήσουμε αυτό το υπέρτατο αγαθό, ο Επίκουρος μίλησε για φρόνηση, εγκράτεια, ανδρεία και δικαιοσύνη, αρετές που θα μας οδηγήσουν στο επιθυμητό αυτό αποτέλεσμα, έχοντας ως τελικό ιδεώδη σκοπό την απονία – του σώματος – και την αταραξία – της ψυχής, που θα οδηγήσουν με τη σειρά τους στην επιθυμητή ψυχική ηρεμία και εν τέλει στην ευδαιμονία (Αλεξανδρίδης, 2011).

Ο κάθε ένας, σύμφωνα πάντα με τον Επίκουρο, έχει την δυνατότητα να ευτυχήσει στην καθημερινή του ζωή και ο ίδιος θεωρεί πως για να το επιτύχει αυτό ο άνθρωπος οφείλει να εστιάσει στις «καταστηματικές» ηδονές, τις σταθερές δηλαδή ηδονές, αυτές που προσφέρουν ακριβώς αυτήν την απονία του σώματος και την αταραξία της ψυχής. Αντιθέτως δεν ενδιαφέρεται τόσο για τις «κατά κίνησιν» ηδονές, τις μεταβλητές-παροδικές δηλαδή ηδονές, τις οποίες θεωρούσε εφήμερες και δευτερεύουσας σημασίας. Πίστευε πως η ψυχική οδύνη είναι πιο έντονη από την σωματική, αν και δεν απέρριπτε τις σωματικές ηδονές, αλλά θεωρούσε πως αυτές έχουν σχετική σημασία και δεν αποτελούν σκοπό ζωής (Δαφέρμος, 2010).

Ο άνθρωπος καλείται να γνωρίσει τον εαυτό του, να θέσει τα όριά του και να μην οδηγείται σε υπερβολές που τον διαταράσσουν και είναι άνευ ουσίας. Πόσο έχουμε απομακρυνθεί άραγε από την ηρεμία αυτή της ψυχής; Ξεχνάμε να αναλογιστούμε τί από όλα αυτά που επιδιώκουμε έχουμε ανάγκη πραγματικά, ούτε αναλογιζόμαστε αν όλα αυτά που επιδιώκουμε είναι αυτά που όντως επιθυμούμε και όντως μπορούν να μας οδηγήσουν στην ευτυχία. Και όταν αναφέρομαι σε ευτυχία και ευδαιμονία, δεν εννοώ αυτήν την εικονική ευτυχία που προσφέρει η εξουσία και το χρήμα. Όταν αυτές οι δύο δυνάμεις, σαν όπλα καταστροφικά στα χέρια λάθος ανθρώπων, υποτίθεται πως προσφέρουν την ευδαιμονία, τότε γιατί όλοι αυτοί που κατέχουν υψηλές θέσεις εξουσίας και άπλετο χρήμα δεν φαντάζουν ευτυχισμένοι; Συνήθως όταν κατακτούν τις θέσεις που επιθυμούν ή την ποσότητα των χρημάτων που επιθυμούν, καταλήγουν να συνειδητοποιούν πως τίποτα αυτά δεν έχει να τους προσφέρει αυτό που πραγματικά έχουν ανάγκη..αξίες όπως αγάπη, φιλία, συντροφικότητα, ψυχική γαλήνη.

Και αν πάλι δεν το συνειδητοποιήσουν ποτέ αλλά παραμείνουν στην εικονική ευτυχία της εξουσίας και τον χρημάτων, τότε μοχθούν μια ζωή ή πατούν επί πτωμάτων φθείροντας καθημερινά τον ψυχικό τους κόσμο, καταπονώντας το σώμα τους σαν να τρέχουν σε έναν μόνιμο, ατελείωτο αγώνα δρόμου, προκαλούν πόσο στους γύρω τους για την ενδυνάμωση του ¨εγώ¨ τους, με την υποσυνείδητη ψευδαίσθηση πως πρόκειται να ζήσουν για πάντα.. Όπως, άλλωστε, αναφέρει και ο Επίκουρος:

«Η φτώχεια, αν μετρηθεί με το φυσικό σκοπό της ζωής, είναι μεγάλος πλούτος. Ο δε απεριόριστος πλούτος, είναι μεγάλη φτώχεια.» και «Η άδικη φιλοχρηματία είναι ασέβεια, ενώ η δίκαιη είναι αισχρότητα. Διότι είναι απρέπεια να φέρεσαι με ευτέλεια ακόμη και αν έχεις το δίκιο με το μέρος σου» (Επίκουρου Προσφώνησις, 2014). Είναι αστείο, αν το σκεφτεί κανείς σοβαρά, να ρυθμίζουν τη ζωή μας κομματάκια χαρτιού που αναγράφουν νούμερα και άνθρωποι που κατέχουν πλήθος από αυτά τα χαρτάκια να παριστάνουν τους Τιτάνες, ξεχνώντας πως και οι Τιτάνες κάποτε νικήθηκαν.

Και είναι κρίμα να αντικρίζουμε τις μελλοντικές γενιές, να ακολουθούν τα χνάρια λανθασμένων προτύπων, επιδιώκοντας με σθένος των ανταγωνισμό της επικράτησης, ακόμα και αν πρόκειται απλά για ένα κινητό νέας τεχνολογίας που όσο πιο ακριβό είναι τόσο πιο εικονικά ευτυχισμένος είναι αυτός που το κατέχει. Ποια μελλοντική κοινωνία είναι αυτή που θα διαμορφωθεί όταν τα νέα μέλη της και η επερχόμενη γενιά των αντιπροσώπων της έχουν ξεχάσει την λέξη ¨Σωφροσύνη¨ και τί αυτή σημαίνει..Μα δεν είμαι απαισιόδοξη διότι υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που γνωρίζουν την έννοια αυτής της λέξης και που επιδιώκουν την υγιή αυτή κατάσταση του νου που χαρακτηρίζεται από εγκράτεια, μετριοπάθεια και μια βαθιά επίγνωση του αληθινού εαυτού η οποία οδηγεί στην πραγματική ευτυχία.

Σε αυτούς θεωρώ στηρίζεται η ελπίδα της αλλαγής και το μέλλον της Γης.. Σε αυτούς, που πιθανόν να ακούσουν την προτροπή του Επίκουρου:  «Να μη βιάζουμε τη φύση μας αλλά να τη πείθουμε. Να πειθόμαστε ότι πρέπει να εκπληρώνουμε τις αναγκαίες επιθυμίες, τις φυσικές αν δεν βλαπτόμαστε από αυτές και τις βλαβερές να τις ελέγχουμε αυστηρά» (Επίκουρου Προσφώνησις, 2014).

 

Ο ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ  ΕΠΟΧΗ

 

Παραθέτω κάποια αποσπάσματα από το έργο Επίκουρου Προσφώνησις (2014), που αποτελούν για μένα διαχρονικές αξίες και που όλοι θεωρώ οφείλουμε να αναστοχαστούμε και να κατανοήσουμε το εις βάθος νόημά τους, να φιλοσοφήσουμε τη προτροπή τους και να συνειδητοποιήσουμε τη σημασία τους.

«Η ανάγκη είναι κακόν, αλλά καμία ανάγκη δεν υπάρχει να ζούμε μετά ανάγκης».. «Ας απελευθερώσουμε τους εαυτούς μας από τη φυλακή των καθημερινών υποθέσεων και της πολιτικής». Πόσο μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη ζωή μας, η κατανόηση τέτοιων πεποιθήσεων; Πόσο βάναυσα εγκλωβισμένοι είναι οι περισσότεροι σε μια αναγκαστική-καταναγκαστική καθημερινότητα και αφήνουν να κυλά ο χρόνος ζωής τους δίχως να αναζητούν δρόμους για να απαλλαχτούν από ό,τι τους φθείρει; Δυστυχώς οι πραγματικές αξίες έχουν θυσιαστεί στο βωμό κάποιων άλλων αξιών που φορούν το προσωπείο – και μόνο – του νοήματος της ζωής..

Όσο αφορά την αναφορά στην πολιτική, αντιλαμβανόμενη την μορφή που αυτή έχει πάρει στη σύγχρονη εποχή, θα συμφωνούσα με τον Επίκουρο και θεωρώ πως όποιος εμπλέκεται στην πολιτική των κομμάτων, που ανακυκλώνουν άτομα και καταστάσεις και υπόσχονται αλλαγές χρησιμοποιώντας τα ίδια μέσα, τότε καμία βελτίωση δεν θα επέλθει και καμία ευδαιμονία δεν θα κατακτηθεί ούτε σε ατομικό ούτε σε κοινωνικό επίπεδο. Ίσως η λύση να έγκειται σε ανάδειξη Δημάρχων που θα έχουν διαφορετική φιλοσοφία, που θα ενστερνίζονται αληθινές αξίες, ώστε ο Δήμος να αποκτήσει ξανά την θέση που του ανήκει και η Δημοκρατία να χτιστεί ξανά από την βάση, αναδεικνύοντας το πραγματικό της πρόσωπο. 

«Όποιος λησμονεί όσα καλά του έτυχαν, την ίδια κιόλας μέρα έχει γεράσει».. «Η φωνή του σώματος είναι το να μη πεινά, να μη διψά, να μη κρυώνει. Διότι όταν αυτά τα έχουμε, μπορούμε να συναγωνιστούμε και το Δία υπέρ της ευδαιμονίας».. «Ο δίκαιος είναι απόλυτα ατάραχος, ενώ ο άδικος είναι γεμάτος με την μέγιστη ταραχή» (Επίκουρου Προσφώνησις, 2014). Πολλές φορές ξεχνάμε τι έχουμε, τι αληθινά θέλουμε, τι αξίζει τελικά.. Παύουμε να εκτιμούμε και να επιδιώκουμε τα ορθά, τα δίκαια, αυτά που θα μας οδηγήσουν και εμάς και τους γύρω μας σε ευδαιμονία και καταδυναστευόμαστε από άγχη, άνευ ουσίας επιδιώξεις και καταδικάζουμε τη ψυχή μας σε μια μόνιμη ταραχή. Πολλοί έχουν λιγότερα από μας και όμως όταν αντιληφθούμε πως εκείνοι γελάνε πιο συχνά και ζουν πιο όμορφα, τότε μόνο, και πάλι όχι σίγουρα, συνειδητοποιούμε πόσο αναλώνουμε άσκοπα τον εαυτό μας.   

«Διότι εγώ βεβαίως θα προτιμούσα μελετώντας τη Φύση να ανακοινώσω με παρρησία αυτά που είναι ωφέλιμα σε όλους τους ανθρώπους, ακόμη και αν δεν συμφωνήσει κανείς μαζί μου, παρά να συμβιβάζομαι με τις κοινότοπες δοξασίες και να καρπώνομαι τον συχνό έπαινο των πολλών» (Επίκουρου Προσφώνησις, 2014). Οι άνθρωποι οφείλουν, κατά την άποψή μου, να πάψουν να φοβούνται το άγνωστο και την διαφορετικότητα και να απεγκλωβιστούν από τα καθιερωμένα, εκείνα τα καθιερωμένα που το μόνο που έχουν να προσφέρουν είναι απομάκρυνση από την ευδαιμονία, ατομική και κοινωνική. Άλλωστε η ίδια η ανθρώπινη Ιστορία μας διδάσκει πως το διαφορετικό δεν σημαίνει πάντα κάτι αρνητικό! Είναι άδικο και παράλογο, προσπάθειες, άνθρωποι, φαινόμενα, αξίες που έχουν να προσφέρουν και να βελτιώσουν την πραγματικότητά μας, να απορρίπτονται δίχως τον απαραίτητο έλεγχο.. Θεωρίες και άνθρωποι που στην εποχή τους κατηγορήθηκαν και κρίθηκαν άδικα, ήταν αυτές και εκείνοι που ίσως μετά τιμήθηκαν, διαμόρφωσαν τομείς της ζωής μας και έμειναν στην αιωνιότητα.. Πώς μπορούμε να κλείνουμε το στόμα μας μπροστά στο άδικο και στην παραφροσύνη, στηριζόμενοι πάντα στην πεποίθηση πως κάποιος άλλος θα κάνει το πρώτο βήμα, κάποιος άλλος θα βοηθήσει την κοινωνία μας να βγει από την κρίση, κάποιος άλλος.. ο μαγικός αυτός ¨κάποιος άλλος¨.

«Ετοιμάζονται κάποιοι σε όλο τους το βίο, για το βίο, χωρίς να συνειδητοποιούν ότι κατά τη γέννηση μας στον καθένα από εμάς χύθηκε ένα θανάσιμο φάρμακο» (Επίκουρου Προσφώνησις, 2014). Και εδώ επανερχόμαστε στην αξία της συνειδητοποίησης της θνησιμότητάς μας. Προσκολλάμε στο χθες, στο αύριο, στο μετά, δίχως να αντιλαμβανόμαστε πως ο χρόνος είναι μια συνεχή ροή και πως το σήμερα είναι κομμάτι του χθες και του αύριο, όπως το χθες και το αύριο είναι κομμάτι του σήμερα και πως, ναι, δεν πρόκειται να υπάρχουμε για πάντα!! Η ζωή μας συχνά θυμίζει διαδρομή προκαθορισμένη προς μια συγκεκριμένη πορεία και κανείς ποτέ δεν μιλά για το ποια είναι η ουσία αυτής της πορείας. Σαν όντως να προετοιμαζόμαστε για ένα βίο που ποτέ δεν φθάνει, δίχως να συνειδητοποιούμε πως ήδη είναι εδώ! Αν λοιπόν, δεν βγούμε από το εικονικό κουτί που έχουμε εγκλωβιστεί πώς θα κατανοήσουμε ότι η διαδρομή αυτή της ζωής μας, μπρος στην διαδρομή της ζωής της Γης, είναι πολύ μικρή χρονικά και πως δεν περικλείονται όλα γύρω από το μικρόκοσμό μας;.. Μόνο τότε θα μπορέσουμε να αδράξουμε τη μέρα, να κυνηγήσουμε τα όνειρά μας και να αγωνιστούμε για ό,τι θεωρούμε δίκαιο και ωφέλιμο, τόσο για μας όσο και για τους συνανθρώπους μας.